Ένας αερομεταφορέας χαμηλού κόστους από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο οποίος δεν κατονομάζεται, φέρεται να διερευνά την εξαγορά των δύο «ορφανών» Airbus A340-300 της πάλαι ποτέ Ολυμπιακής Αεροπορίας, σύμφωνα με δημοσίευμα του διεθνούς αεροπορικού περιοδικού «Airliner World».
«Τα αεροσκάφη, τα οποία εκτιμάται ότι κοστίζουν στην ελληνική κυβέρνηση 790.000 ευρώ κατ' έτος για συντήρηση και τέλη στάθμευσης, βρίσκονται καθηλωμένα στο διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας» αναφέρει το δημοσίευμα.
Σημειωτέον ότι, όπως σημειώνεται, τα Εμιράτα διαθέτουν δύο αεροπορικές εταιρίες χαμηλού κόστους: Την flydubai και την Air Arabia.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, η παλαιότητα των αεροσκαφών, οι μεγάλες επενδύσεις που απαιτούνται προκειμένου να καταστούν πλήρως αξιόπλοα, αλλά και το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα ενεργοβόρα «μικραίνουν» κατά πολύ την λίστα των πιθανών αγοραστών τους.
Μάλιστα, οι ίδιες πηγές εκφράζουν την έκπληξή τους για το γεγονός ότι αερομεταφορέας χαμηλού κόστους (πρόκειται για κατηγορία που υπολογίζει και το παραμικρό ποσό στο κόστος λειτουργίας) ενδιαφέρεται για τα συγκεκριμένα αεροσκάφη.
Τα αεροπλάνα παραμένουν καθηλωμένα από το 2009 και απαξιώνονται όσο περνά ο καιρός, καθώς το συγκεκριμένο μοντέλο του Α340-300 έχει πάψει να παράγεται, ενώ ο κύκλος ζωής αρκετών συστημάτων τους έχει κλείσει, με αποτέλεσμα να χρειάζονται αρκετά χρήματα, προκειμένου να ξαναπετάξουν.
Σημειωτέον ότι η κρατική Ολυμπιακή είχε μισθώσει τα αεροσκάφη («Ολυμπία», «Δελφοί», «Μαραθών» και «Επίδαυρος») με την μέθοδο του leasing το 1999, με την εγγύηση του δημοσίου, η οποία έφτασε έως το ποσόν των 200 εκατ. ευρώ, προκειμένου να αντικαταστήσει τα Boeing 737 της δεκαετίας του 1980.
Το κράτος δεν έχει τους τίτλους ιδιοκτησίας
Τον Ιούνιο του 2014 το ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ ενέκρινε τα τεύχη του διαγωνισμού για την πώληση των δύο αεροσκαφών, όμως η διαδικασία αναμενόταν να ξεκινήσει άμα τη μεταφορά των τίτλων ιδιοκτησίας των Airbus από το Δημόσιο στο ΤΑΙΠΕΔ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, δυόμισι μήνες μετά, αυτό δεν έχει γίνει. Και αυτό διότι οι τίτλοι ιδιοκτησίας φέρεται να παραμένουν ακόμη σε Κυπριακή εταιρία, η οποία συνδέεται με την μίσθωση των αεροσκαφών από την Ολυμπιακή το 1999.
Εκείνη την εποχή, το δημόσιο είχε μπει εγγυητής για το leasing των αεροσκαφών από την Ολυμπιακή, κοινοποιώντας, μάλιστα, σχετική απόφαση του τότε υφυπουργού Οικονομικών, κ. Νίκου Χριστοδουλάκη προς την Κυπριακή εταιρία Observatory Enterprises Ltd , που ήταν η εκμισθώτρια των δύο εκ των τεσσάρων Airbus.
Για κάποιον λόγο, τον οποίο ουδέποτε έχει εξηγήσει το υπουργείο Οικονομικών, οι τίτλοι ιδιοκτησίας των δύο αεροσκαφών φαίνεται να βρίσκονται ακόμη στην Κύπρο, παρά το γεγονός ότι τα δάνεια της Ολυμπιακής έχουν καλυφθεί από το δημόσιο.
Ο αγοραστής από τις ΗΠΑ και τα δικαστήρια
Αγοραστής των αεροσκαφών ήταν η Apollo Aviation. Η αμερικανική εταιρία είχε συμφωνήσει με το Δημόσιο να τα αγοράσει, όμως απέσυρε το ενδιαφέρον της, έπειτα από την απόρριψη της σύμβασης πώλησης - την οποία είχε συμφωνήσει με το ΤΑΙΠΕΔ - από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Μάλιστα, παρ' όλο που το ΤΑΙΠΕΔ πέτυχε αργότερα την ακύρωση της εν λόγω απόφασης, εν τούτοις οι Αμερικανοί δεν επανήλθαν, καθώς είχαν καταγγείλει την σύμβαση.
Η αρχική συμφωνία έγινε στα τέλη του 2011, όταν η τότε κυβέρνηση συμφώνησε την πώληση των τεσσάρων Airbus στην Apollo, έναντι 31 εκατ. ευρώ.
Αν και η αρχική αποτίμηση των αεροσκαφών ήταν 180 εκατ. ευρώ, ο τεχνικός σύμβουλος της κυβέρνησης (SL Engineering) διαπίστωσε την λήξη του κύκλου ζωής μίας σειράς ζωτικών μερών και συστημάτων των αεροσκαφών. Η θεωρητική αξία των Airbus αναθεωρήθηκε κάπου μεταξύ 35 και 45 εκατ. ευρώ. Η Apollo Aviation Group προσέφερε 40,4 εκατ. δολάρια, περίπου 31 εκατ. ευρώ.
Είχε προηγηθεί ο άγονος διαγωνισμός του 2010, στον οποίο η Αμερικανική Cirrus προσέφερε 93 εκατ. δολάρια, αλλά δεν υπέγραψε το συμβόλαιο. Ο δεύτερος στη σειρά πλειοδότης, δηλαδή η Sawa Air, κρίθηκε από τον οικονομικό σύμβουλο (Lazard) ως αναξιόπιστη, ενώ η τρίτη προσφορά, ύψους 36 εκατ. δολαρίων δεν έγινε αποδεκτή.
Η παράλυση και τα «παζάρια»
Όμως, η πολιτική παράλυση του πρώτου εξαμήνου του 2012 προκάλεσε αδράνεια στο ελληνικό δημόσιο με αποτέλεσμα, η σύμβαση πώλησης να υπογραφεί υπεγράφη τελικά από τον τότε υπουργό Οικονομικών, κ. Γιάννη Στουρνάρα τον Ιούλιο του 2012.
Η σύμβαση έδινε την δυνατότητα στους Αμερικανούς να αποδεχθούν το κάθε αεροσκάφος ξεχωριστά, έπειτα από διενέργεια τεχνικού ελέγχου. Το Φθινόπωρο του 2012 παρέλαβαν τα πρώτα δύο αεροσκάφη και κατέβαλαν το τίμημα των 20 εκατ. δολαρίων.
Τα δύο Airbus τεμαχίστηκαν στην Αθήνα, διότι οι αεροπορικές αρχές των ΗΠΑ δεν επέτρεψαν την έκδοση άδειας ειδικής πτήσης και άλλωστε οι νέοι τους ιδιοκτήτες ενδιαφέρονταν πρωτίστως για τους κινητήρες τους.
Ακολούθησε η μεταφορά της διαχείρισης των αεροσκαφών στο ΤΑΙΠΕΔ. Στις αρχές του 2013 η Apollo εντόπισε προβλήματα στους κινητήρες των δύο πρώτων Airbus και ζήτησε τεχνικό έλεγχο, ο οποίος εντόπισε τεχνικές βλάβες.
Έτσι, ξεκίνησε «παζάρι» για μείωση του τιμήματος μεταξύ των Αμερικανών και του τεχνικού συμβούλου του ΤΑΙΠΕΔ, με τον χρόνο να δουλεύει υπέρ της Apollo, αφού κάθε μέρα που περνούσε, τα αεροσκάφη έχαναν αξία.
Έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις, οι δύο πλευρές συμφώνησαν την πώληση με τίμημα 9 εκατ. δολαρίων για κάθε αεροσκάφος και υπέγραψαν τροποποιητική σύμβαση, η οποία υπεβλήθη στο Ελεγκτικό Συνέδριο, αλλά δεν πήρε το «πράσινο φως». Τα αεροσκάφη εξακολουθούν να είναι καθηλωμένα στο «Ελ. Βενιζέλος».
Στο μεταξύ, το μηνιαίο κόστος στάθμευσης των αεροσκαφών ανέρχεται σε 100.000 ευρώ. Στα τέσσερα χρόνια που τα αεροσκάφη βρίσκονται παροπλισμένα στο «Ελ. Βενιζέλος», υπολογίζεται ότι το Δημόσιο έχει καταβάλει μερικά εκατ. ευρώ για στάθμευση, συντήρηση και φύλαξή.